“- Είμαι ένας υφασματέμπορας τρελός από έρωτα. Σ’ αγαπώ περισσότερο από τη φανέλα, το κουκουλάρικο, το δίμιτο, το κρεπ, το κρετόν, το κρεπ ντε σιν, τη μουσουλίνα, την ποπλίνα, το καναβάτσο, το μερινός κι απ’ όλα τα υφάσματα του κόσμου. Ήρθα να σε πάρω στο εμπορικό μου, στο Λόφου, όπου τα ρέστα έρχονται αυτόματα. Πέταξε τα σοσόνια του ύπνου και την ουαλέζικη μάλλινη ζακέτα σου, εγώ θα σου ζεστάνω τα σεντόνια σαν ηλεκτρική ψηστιέρα. Θα ξαπλώσω δίπλα σου σαν ψητό της Κυριακής.
– Θα σου πλέξω ένα πουγκί μη-με-λησμόνει μπλε για τα λεφτά σου. Θα σου ζεστάνω την καρδιά κοντά στη φωτιά τόσο πολύ, που να τη φοράς κατάσαρκα όταν κλείνεις το μαγαζί.”