Ο οργανισμός όπου δούλευα είχε σκοπό τη σωτηρία των φτωχών που ζούσαν σε αυτό που ονομάζεται Τρίτος Κόσμος. Ήταν στελεχωμένος με περίπου δέκα χιλιάδες άτομα, γιατί η φτώχια δεν πολεμιέται με ψίχουλα. Σ’ αυτόν κατοικούσε μια περίεργη ράτσα ανθρώπων, που είχαν ως κοινή γλώσσα τα οικονομικά. Ήμασταν οι νέοι απόστολοι, οι σύγχρονοι μανδαρίνοι που κρατάγαμε παραμάσχαλα το Ευαγγέλιο του εικοστού αιώνα, γραμμένο απ’ τον καθηγητή του ΜΙΤ Πωλ Σάμουελσον. Μεταξύ άλλων το “Πάτερ ημών” μας συμπεριλάμβανε και τις λέξεις “κέρδος” και “ιδιωτικοποίηση”. Και η ζωή μας ήταν κίτρινη. Γιατί διαποτιζόταν από το χρώμα της εξουσίας.
Οι “Μέρες σαν κι αυτές” δεν συνιστούν απλώς ένα αγωνιώδες πολιτικό θρίλερ ή ένα νουάρ μυθιστόρημα. Αποτελούν ταυτόχρονα και μια εμπεριστατωμένη καταβύθιση στα έγκατα της λειτουργίας των θεσμών και των ανθρώπων που προωθούν την οικονομική ανάπτυξη. Μια ανθρωπιστική καταγγελία κατά των κοινωνικών δομών. Μια ευφάνταστη παλινδρόμηση από το τραγικό στοιχείο στο κωμικό. Ένα ρομαντικό μανιφέστο.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.