Αιματέμεση – το αίμα σκοτωμένο, μαύρο με βλέννες μωβ, ψόφιο κρέας διαλυμένο, το δικό της το αίμα, οι σάρκες και η αναπνοή, η φωνή της σ’ αγαπώ και τα χέρια της στο σχήμα του κορμιού του, αίμα εμετός και γέμισε ο κόσμος μαύρο σάπιο ψοφίμι, το πρόσωπο του σ’ εκείνες τις απαίσιες ζελατίνες από μαύρο και καφετί υλικό, ένα είδος διάστικτου σελοφάν με καταργημένα σχήματα από κορμί και στόμα και χέρια – τίποτα. Τότε μόνο ανάμεσα σ’ αυτό το απαίσιο του εμετού και στο αίμα όπως σε προβολή αργή, τον είδε – πλάι του η γυναίκα που μιλάει με ψιλή φωνή σε Do ή σε Fa δίεση και κείνος δεν απαντάει. Η φωνή της σταματάει μόνο όταν εκείνος σηκώνεται απότομα να φύγει.
Τότε γίνεται κάτι απίστευτο: βγάζει το «πρόσωπό» του, αυτό που εκείνη ξέρει, το βγάζει και το κρεμάει στον αντικρυνό καθρέφτη. Ύστερα, μ αυτό που τώρα πια είναι το πρόσωπο του, κάνει όλες εκείνες τις κινήσεις που χωράνε σε ένα εικοσιτετράωρο – τρώει, μιλάει, πίνει, καπνίζει, παίζει χαρτιά, ακούει τα νέα, διαβάζει εφημερίδες, μπαίνει και βγαίνει στο αυτοκίνητο του, παίζει τάβλι, τραγουδάει, μιλεί για δουλειές, συζητάει με τη γυναίκα που έχει τη φωνή πάντα σε Do ή σε Fa ψιλή και μονότονη, κάνει έρωτα μεθυσμένος όπως θα έκανε ένα άλλος εμετό η θα αυνανιζόταν μπροστά στον καθρέφτη, τελειώνει χωρίς να πει λέξη, χωρίς μια κίνηση τρυφερότητας και η γυναίκα με την ίδια πάντα σε Do ή σε Fa δίεση φωνή λέει μόνο «θα πάω πρώτη στο μπάνιο». Το πρόσωπό του κρέμεται στον απέναντι καθρέφτη, είναι το πρόσωπο που εκείνη ξέρει και έχει τα μάτια, τα μαλλιά, το στόμα του – το άλλο που μ’ αυτό περιφέρεται στην προβαλλόμενη ταινία με τον αργό ρυθμό, είναι ένα κρεάτινο ωοειδές, μάλλον συμπαθητικό, μάλλον αρρενωπό, μάλλον καθημερινό, μάλλον τυχαίο, μάλλον ασήμαντο.
Γιατί το κρεμασμένο στην άκρη του καθρέφτη πρόσωπό του, το φοράει μόνο φεύγοντας, «λατρεύω το θέατρο» λέει και είναι αυτό ακριβός που κάνει κάθε φορά που τη συναντάει, που τη μιλάει, που τη μεθάει, που κυκλοφορεί, που παίζει θέατρο – «απίστευτο! Θαυμάσιος ηθοποιός! Θα ‘λεγε κανένας πω γεννήθηκε γι’ αυτή τη δουλειά!» – ένα θεατρίνος που παίζει το «δανεικό», κατασκευασμένο εαυτό του κάθε βράδυ μπροστά σ’ ένα κοινό άσχετο, ανυποψίαστο, ενθουσιώδες «μπράβο! Σα να ήταν αλήθεια!» Γιατί μόνο αυτό είναι αλήθεια και τίποτα άλλο.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.