Η Έντα Γκάμπλερ δεν έχει ηθικά ιδανικά, παρά μόνο ρομαντικά. Είναι καθαρά μια τυπική μορφή του 19ου αιώνα, που βυθίζεται στην άβυσσο ανάμεσα στα ιδανικά που δεν της επιβάλλονται και πραγματικότητες που δεν έχει ακόμη ανακαλύψει. Το αποτέλεσμα είναι, εφόσον έχει φαντασία και έντονη όρεξη για το όμορφο, να μην έχει συνείδηση ούτε πεποίθηση· με αρκετή εξυπνάδα, ενεργητικότητα και μια προσωπική γοητεία παραμένει μικροπρεπής, ζηλιάρα, αυθάδης, σκληρή στη διαμαρτυρία της για την ευτυχία των άλλων, είναι μοχθηρή με τη δυσαρέσκειά της για ακαλαίσθητους ανθρώπους και πράγματα, θρασύδειλη στην αντίδρασή της για την ίδια της τη δειλία.
Η ΠΡΩΤΗ ΠΡΑΞΗ ΑΝΟΙΓΕΙ…
Ευρύχωρο και νόστιμο σαλόνι, με γούστο βαλμένο και ταπετσαρισμένο με σκούρα χρώματα. Ένα γύρω μέσα στο σαλόνι πλήθος μπουκέτα σε βάζα και γυάλες. Πρωινός φωτισμός. Ο ήλιος φαίνεται μέσ’ από την μπαλκονόπορτα. Η Γιουλιάνε Τέσμαν, με καπέλο και ομπρέλα του ήλιου, μπαίνει από το χολ και πίσω της η Μπέρτα. Η δεσποινίς Τέσμαν είναι γυναίκα εξήντα πέντε χρονών πάνω κάτω μ’ ευχάριστη και καλόκαρδη όψη. Η Μπέρτα είναι μια μεσόκοπη υπηρέτρια με παρουσιαστικό απλοϊκό και κάπως χωριάτικο.
[…] Ο Τέσμαν μπαίνει σιγοτραγουδώντας. Είναι ένας άντρας τριάντα τριών χρονών μετρίου αναστήματος, με νεανική όψη, λίγο παχουλός, με στρογγυλό, ντόμπρο και πρόσχαρο πρόσωπο, ξανθά μαλλιά και γένια.
[…] Η Έντα έρχεται από την αριστερή μεριά μέσ’ από την κάμαρα του βάθους. Είναι γυναίκα είκοσι εννέα χρονών. Το πρόσωπο και η κορμοστασιά της δείχνουν φινέτσα και αρχοντιά. Το δέρμα της έχει μια μουντή χλωμάδα. Παγερή και φωτεινή αταραξία εκφράζουν τα μάτια της που έχουν το γκρίζο χρώμα του ατσαλιού. Τα μαλλιά της έχουν ωραίο καστανό χρώμα, δεν είναι όμως εξαιρετικά πυκνά.