“Το βιβλίο Ουράνια μηχανική, έκτο κατά χρονολογική σειρά μυθιστόρημα της Μάρως Δούκα, επικεντρώνει στην Kασσαβέτεια Φυλακή Ανηλίκων στον Αλμυρό Μαγνησίας.
O Ιάκωβος, ένα από τα κεντρικά πρόσωπα του βιβλίου, ενώ ετοιμάζεται να δώσει Πανελλήνιες εξετάσεις, καταλήγει, λόγω της παραβατικής συμπεριφοράς του, τρόφιμος στην Κασσαβέτεια. O Ριχάρδος, το άλλο κεντρικό πρόσωπο, δάσκαλος άνεργος, εργάζεται προσωρινά εκεί ως λογιστής. Και οι δυο εν αγνοία τους είναι ερωτευμένοι με την ίδια γυναίκα, τη Μάρη, μια νεαρή, φιλόδοξη δικηγόρο… Γύρω από αυτούς τους τρεις κινούνται πολλά άλλα πρόσωπα… H καθημερινότητα της φυλακής αποτελεί τον καμβά πάνω στον οποίο μέσα από τη συμπλοκή του πραγματικού με το φαντασιακό και του κατανοητού με το ακατανόητο ιχνογραφείται δραματικά η ελληνική κοινωνία, όπου ο καταναλωτισμός και η άνευ όρων ευζωία έχουν αναδειχτεί σε υπέρτατο ιδανικό…”
“Τι μεσολαβεί από το μηδέν ως το ένα; Γρίφος, νεαρέ μου, τι μεσολαβεί; εμένα ρωτάς; Αλλά την είχε ο ξερόλας έτοιμη κιόλας την απάντηση: κοίταξε, κακομοίρη μου, να βγάλεις καμιά σχολή, σπουδάζεις; Κοίταξε να βολευτείς, μην είσαι κορόιδο, να βρεις καμιά δουλίτσα, κι άσε τα φούμαρα, δύστυχο, δεν βλέπεις τι γίνεται; Να σου πω τις υποχρεώσεις σου; να μη θυμάσαι, να μη σκέφτεσαι, να μην ονειρεύεσαι. Να σου πω τα δικαιώματά σου; να καταναλώνεις, να είσαι τηλεθεατής, να είσαι αδιάφορος. Τι μεσολαβεί από το μηδέν ως το ένα; επανέλαβε αμετανόητος ο Ιάκωβος και το ‘δε γκράφιτι στον ουρανό για να του θυμίζει ότι έχει ακόμη δρόμο μπροστά του. Ποιο δρόμο; Έκλεισε τα μάτια κι είδε φωτιές, τη νύχτα να γίνεται μέρα, στήλες καπνού, κι άκουσε κλάματα παιδιών. Αν ήταν ταινία, σκέφτηκε, όλα θα μπορούσαν να γυρίσουν πίσω, βαθιά πίσω. Αυτή είναι η πραγματικότητα, νεαρέ μου, συνέχισε χαιρέκακα ο ξερόλας, μην έχεις ψευδαισθήσεις. Τι μεσολαβεί από το μηδέν ως το ένα; επανέλαβε αμετανόητος ο Ιάκωβος. Από το μη κάτι στο κάτι, πρόσθεσε μέσα του, ποιος άλλος, αν όχι εγώ; ωραίος τίτλος για τη ζωή μου.”
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.