Είναι μια πράξη δικαιοσύνης το γεγονός ότι εξαιτίας της ιστορικής του αξίας το φιλμ Παϊζά του Ροσελίνι συγκαταλέγεται μεταξύ των αριστουργημάτων του παγκόσμιου κινηματογράφου. Ο Ζωρζ Σαντούλ μάλιστα, δε δίστασε να επικαλεστεί τα Νοσφεράτου, Νιμπελούνγκεν, Απληστία. Προσυπογράφω αυτή την επιβράβευση αν και οποιαδήποτε σύγκριση του ροσελινικού έργου με το γερμανικό εξπρεσιονισμό είναι δυνατή μόνο σε επίπεδο αξιακών μεγεθών και όχι φυσικά ως προς τη βαθύτερη ουσία της αισθητικής του άποψης. Ο νέος ιταλικός ρεαλισμός συνήθως παραλληλίζεται με τον εστετισμό της αμερικανικής ή γαλλικής κινηματογραφίας, αλλά προσωπικά θεωρώ, ότι θα είμαστε ακριβέστεροι, αν τον συγκρίνουμε, με το περί το 1925 γεγονός του Θωρηκτού Ποτέμκιν. Μήπως εξάλλου η θέληση να είναι ρεαλιστικά, δεν κάνει τα έργα των Αϊζενστάιν, Πουντόβκιν και Ντοβζένκο, τόσο, εξαιτίας της αντίθεσής τους προς τον εστετισμό του γερμανικού εξπρεσιονισμού, όσο και την αηδιαστική ειδωλολατρεία του χολυγουντιανού βεντετισμού, σαν τέχνη και πολιτική επαναστατικά;
Τα Παϊζά, Σούσια, Ρώμη ανοχύρωτη πόλη, δεν αποτελούν παρά μια νέα αντιπαράθεση, ενός ήδη παραδοσιακού ρεαλισμού, προς τον κινηματογραφικό εστετισμό, όπως ακριβώς συνέβη με την περίπτωση του Θωρηκτού. Αλλά η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται.
Τι πιο σημαντικό λοιπόν, απ” το ν” αποπειραθούμε μια σπουδή της ειδικής μορφής που έλαβε αυτή η σταθερή αντιπαράθεση σήμερα κι οι νέες λύσεις στις οποίες ο ιταλικός ρεαλισμός οφείλει, εν έτει 1947 τη νίκη του;